(Κάποιες σκέψεις για το εκλογικό αποτέλεσμα της 18ης Μαΐου)
του Νεκτάριου Δαπέργολα
Καθώς πέρασαν ήδη δύο εβδομάδες από τις πιο παράξενες ίσως και ιδιόμορφες δημοτικές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν ποτέ στην Κομοτηνή, δεν θα εστερείτο σημασίας μία πρώτη νηφάλια απόπειρα κατάθεσης κάποιων σχολίων (εννοείται ότι θα υπάρξουν και επόμενες). Και όταν μιλούμε για ιδιομορφία, το εννοούμε ασφαλώς σε διάφορα επίπεδα. Αρχής γενομένης με το πολύ παράξενο ποσοστό που έλαβε ο νυν δήμαρχος Πετρίδης. Το 56% και η θριαμβική επανεκλογή από την 1η Κυριακή για έναν από τους πλέον…άφαντους και ανύπαρκτους δημάρχους που είδε ποτέ στην ιστορία της η πόλη μας, δείχνει πράγματι εξωφρενικό σ’ ένα πρώτο επίπεδο ανάγνωσης. Αν εξετάσουμε όμως λίγο καλύτερα τα πράγματα, θα δούμε ότι ο Γιώργος Πετρίδης σε αυτές τις εκλογές τα είχε πραγματικά όλα με το μέρος του.
Κατ’ αρχάς, είχε μαζί του άπαν το τοπικό καθεστώς – και δη ανεξαρτήτως κομματικού χρώματος. Και το παλιό ΠΑΣΟΚ και μείζον μέρος της ΝΔ (δια του γνωστού αρχιερέα της τοπικής γαλάζιας διαπλοκής) τον στήριξαν αναφανδόν, υποστασιοποιώντας στο πρόσωπό του την απόπειρα επιβίωσης του ήδη άλλωστε συγκυβερνώντος συρφετού μέσα από καινεπίγραφους δρόμους και ψευδονεοφανή προσωπεία. Το ένστικτο κοινωνικοπολιτικής αυτοσυντήρησης όλου αυτού του κόσμου που επί 40 χρόνια παριστάνει την κοινωνικοπολιτική ελίτ της πόλης ήταν πανσθενές και φυσικά είχε σαφή αποτελέσματα απέναντι στο φόβο της «αστάθειας» και της «ανατροπής», δαιμονοποιώντας σε κάποιο βαθμό εκείνες τις δυνάμεις που λόγω ή έργω τον εξέφρασαν: και εννοώ πολύ λιγότερο τον τοπικό ΣΥΡΙΖΑ, πολύ δε περισσότερο τον ημέτερο «Σπάρτακο» (για λόγους που θα φανούν καλύτερα στη συνέχεια). Αν σε αυτό το καθεστωτικό σχήμα προστεθεί και η στήριξη που παρείχε στον νυν δήμαρχο το τουρκικό Προξενείο, όλοι αντιλαμβάνονται πόσο ισχυρός ήταν συνολικά αυτός ο μηχανισμός που τον έστειλε στην πανηγυρική του επανεκλογή.
Πλην αυτού όμως, ο Γιώργος Πετρίδης δεν είχε και αντίπαλο. Η σαμαρική ΝΔ (ούτως ή άλλως ανίσχυρη τοπικά, σε ένα γεωγραφικό χώρο όπου τα τελευταία χρόνια παίζει μπάλα μόνος του ο προαναφερθείς αρχιερέας, με εντελώς δική του ατζέντα και με ενδιαφέρον αποκλειστικά για τα προσωπικά του μικροσυμφέροντα) στην απέλπιδα προσπάθειά της να αντιδράσει (;), επέλεξε ως…αντίπαλο δέος ένα πρόσωπο, που σε όλη την τετραετία έκανε μάλλον συμπολίτευση στον Πετρίδη και έως την εσχάτη ώρα εθεωρείτο από πολλούς πιθανότατο ότι θα αυτομολήσει στην παράταξή του). Ο ΣΥΡΙΖΑ απέδειξε για μια ακόμη φορά πόσο τραγικά αδύναμος είναι να αποκτήσει έρεισμα στις τοπικές κοινωνίες, προέβαλε απλώς τη γνωστή αντιμνημονιακή ρητορική, πόνταρε στην πανελλήνια δυναμική που δείχνει να έχει αυτή τη στιγμή και από τοπικής απόψεως… ουδέν. Η διάσωσή του σε διψήφια νούμερα έχει να κάνει αποκλειστικά με την παραδοσιακά καλή του σχέση με το τουρκόφρον κομμάτι της μειονότητας (πράγμα που αποτυπώθηκε εμφατικά και στην εσωτερική του σταυροδοσία). Όσο για τον «Σπάρτακο», ήταν και πάλι η μόνη δύναμη που άρθρωσε πολιτικό λόγο, συγκεκριμένη κριτική, αλλά και συγκεκριμένες θέσεις και προτάσεις απέναντι στις αερολογίες των υπολοίπων, επί της ουσίας δηλαδή ο μόνος αντίπαλος του δημάρχου. Επειδή όμως η ουσία δυστυχώς δεν αρκεί, αλλά χρειάζονται και άλλα πράγματα (χρήματα, μηχανισμός, πολυανθρωπία, οργάνωση, κλπ), δεν μπόρεσε – παρά τα όποια μηνύματα υπήρχαν προεκλογικά – να διαδραματίσει ένα σημαντικότερο ρόλο αντίστασης απέναντι στο παμπληθές πολυκομματικό τσούρμο του δημάρχου.
Και βέβαια υπήρχαν και άλλα πράγματα που έπαιξαν τον ρόλο τους σε αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα. Άλλη μία…απαστράπτουσα π.χ. ιδιομορφία αυτών των εκλογών ήταν η πλήρης απουσία οιουδήποτε διαλόγου – και τούτο με την αποκλειστική ευθύνη του Γιώργου Πετρίδη. Φυσιολογικό σ’ ένα βαθμό, καθώς ο μόνος τρόπος για να κρύψεις την ανυπαρξία σου είναι να κρυφτείς απ’ όλους και να μη σταθείς ούτε μια στιγμή να συζητήσεις, να αντιπαρατεθείς υπεραμυνόμενος το (δήθεν) έργο σου, να απαντήσεις στις ερωτήσεις των αντιπάλων σου. Και δεν μας εκπλήσσει, δεδομένου ότι αυτό ακριβώς κάνει εδώ και 4 χρόνια ο (αυτοφερόμενος ως δημοκράτης) δήμαρχος στις αλλεπάλληλες παρατηρήσεις και ερωτήσεις με τις οποίες τον βομβαρδίζει ο «Σπάρτακος»: απλούστατα σιωπά. Είναι όμως απορίας άξιον πώς αυτή η σιωπή, που προεκλογικά ξεπέρασε τα όρια του πολιτικού σκανδάλου, δεν ενόχλησε σχεδόν κανένα. Ούτε τον πολύ κόσμο που ξαναψήφισε τον «επιτυχημένο δήμαρχο», ούτε βέβαια και τα τοπικά ΜΜΕ που (πλην απειροελαχίστων εξαιρέσεων) δεν βρήκαν ούτε δυο λέξεις να πουν για να επισημάνουν απλώς την εξόφθαλμη παρασπονδία. Και στις δύο περιπτώσεις, άξιος (σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις και κυριολεκτικά) ο μισθός τους…
Όσο για τον δικό μας «Σπάρτακο», είναι προφανές πως όλα τα παραπάνω έπαιξαν τεράστιο ρόλο για την επίτευξη ενός εκλογικού αποτελέσματος, που χωρίς να είναι αρνητικό (άλλωστε μιλάμε για σχεδόν διπλασιασμό των ποσοστών του), αναμφίβολα από την άλλη δεν ήταν και αυτό που όλοι περίμεναν. Το δικό μας βασικό όπλο ήταν η καθαρότητα του λόγου μας και των (έως σήμερα) έργων μας απέναντι σε μια δημοτική αρχή που επί 3,5 χρόνια έκανε απλώς (κακής ποιότητας) διαχείριση, λογιστικές αλχημείες δήθεν οικονομικής εξυγίανσης του δήμου και των δημοτικών επιχειρήσεων και κωμικοτραγικά life style έργα που έβλαψαν την πόλη. Αυτά όμως φαίνεται πως δεν ενδιέφεραν τελικά παρά ελάχιστους. Και έτσι, όταν όλη η ουσία υποτιμάται και αποσιωπάται (αυτή που ήταν το ισχυρό μας χαρτί), απομένουν μοιραία άλλοι παράγοντες να καθορίζουν τις εξελίξεις (παράγοντες στους οποίους υστερούσαμε). Για παράδειγμα, η οικονομική μας δυσπραγία (ενδεικτικό ότι όλος ο συνδυασμός είχε συνολικό μπάτζετ πολύ μικρότερο από το μέσο ατομικό των συμβούλων της συμπολίτευσης), που μας κράτησε ουσιαστικά αποκλεισμένους από τα περισσότερα τοπικά ΜΜΕ, έπαιξε σημαντικό ρόλο. Η επανασυσπείρωση σημαντικού μέρους των ψηφοφόρων την εσχάτη ώρα – ή ίσως και την εσχάτη στιγμή – προς το παραδοσιακό γαλαζοπράσινο δίπολο (η ίδια και η ίδια ιστορία για κάποιους που ήδη από προχτες άρχισαν πάλι τη γκρίνια στο καφενείο) συνέβαλε επίσης αποφασιστικά. Δεν είναι τυχαίο που εν έτει 2014 (και όχι…1984) το συνολικό ποσοστό του παραδοσιακού δικομματισμού ξεπέρασε στην Κομοτηνή το 75 % (!!!) – άλλη μία εντυπωσιακή δηλαδή ιδιομορφία των συγκεκριμένων εκλογών, εντυπωσιακή ακόμη και για το ευρύτερο τοπίο πολιτικής παρακμής που εκφράζουν οι εκλογικές επιτυχίες των Καμίνηδων, των Μπουτάρηδων, των Μπέων, των Ψινάκηδων και τόσων άλλων. Και μαζί βέβαια και η γνωστή χυδαία και ελεεινή – σε πολύ μεγαλύτερο μάλιστα βαθμό απ’ όσο το 2010 (τώρα άλλωστε πρεσβεύαμε εμφανώς μεγαλύτερο κίνδυνο) – εκστρατεία λάσπης από ανώνυμους παρατρεχάμενους του Γιώργου Πετρίδη (και όχι μόνο) εναντίον μας με τις γνωστές απερινόητες τερατολογίες περί…εθνικιστών, ακροδεξιών και χρυσαυγιτών, που είχε προφανές αποτέλεσμα στην απόπειρά μας να προσεγγίσουμε ανθρώπους που δεν μας γνώριζαν και να πλησιάσουμε φυσικά και ένα υγιές, μετριοπαθές κομμάτι του μειονοτικού στοιχείου. Αν αναλογιστεί κανείς ότι τα συγκεκριμένα γελοία ψέματα αναπαράχθηκαν και από κάποιους σεσημασμένους καθεστωτικούς τζουτζέδες του τοπικού αργυρώνητου Τύπου, αντιλαμβάνεται πόση ζημιά έγινε και πάλι στο μυαλό μιας μεγάλης ομάδας ανθρώπων, που ούτως ή άλλως δεν θέλει να ξυπνήσει και βολεύεται εδώ και πολλά χρόνια με τη γνωστή στάση της στρουθοκαμήλου.
Όλα τα παραπάνω έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο και για το υψηλό ποσοστό του Γιώργου Πετρίδη στις πρόσφατες εκλογές και για το χαμηλό δικό μας και εντέλει για την απώλεια μιας ιστορικής ευκαιρίας που είχε η Κομοτηνή να στείλει τον «Σπάρτακο» όχι στη δημαρχία (αυτό φάνταζε ούτως ή άλλως με σενάριο επιστημονικής φαντασίας τη δεδομένη ιστορική στιγμή), αλλά στην αντιπολίτευση με μία πολύ ισχυρή εκπροσώπηση, που θα ισοδυναμούσε με εφιάλτη για τη συμπολιτευόμενη σύναξη των – επιεικώς – ανυπάρκτων. Όχι φυσικά ότι αυτό, έστω και με το νυν αποτέλεσμα, δεν θα συμβεί (και τούτο αποτελεί δέσμευση προς όλες τις κατευθύνσεις, φίλων και εχθρών). Πολύ ζωτικής όμως σημασίας στην εφεξής πορεία μας θα είναι ασφαλώς και η φάση της αυτοκριτικής μας, που είναι δεδομένο πως θα πραγματοποιηθεί (ήδη μάλιστα βρίσκεται εν πλήρει εξελίξει). Γιατί πέραν των εξωγενών αιτίων που προαναφέρθηκαν, είμαστε υποχρεωμένοι να εντοπίσουμε και τα δικά μας αδιαμφισβήτητα λάθη, να βρούμε τι και εμείς με τη σειρά μας δεν κάναμε σωστά, ποιο είναι το δικό μας ποσοστό προσωπικής και συλλογικής ευθύνης στην αποτυχία μετουσίωσης σε ψήφους ενός μεγάλου μέρους από προεκλογικά «μπράβο» και λοιπά διθυραμβικά σχόλια. Και μέσα από την κριτική και την αυτοκριτική θα γίνουμε πολύ ισχυρότεροι, στην προσπάθειά μας να προκαλέσουμε ρωγμές στο πεισματικά ανθιστάμενο τείχος της κομματικής ευτέλειας και χυδαιότητας. «Aut viam inveniam aut faciam» είχε πει κάποτε ο Αννίβας, επιχειρώντας να διασχίσει τις Άλπεις, για να προελάσει ακολούθως προς τη Ρώμη. Ή θα τον βρούμε τον δρόμο ή θα τον φτιάξουμε μόνοι μας…
(Δημοσιεύθηκε στο τρέχον φύλλο του “Αντιφωνητή”, 1/6/2014)
Υποβολή απάντησης