Για την προσφυγική κρίση

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – Αν.Ελ. αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει το προσφυγικό πρόβλημα με την ίδια ανευθυνότητα και προχειρότητα που χαρακτηρίζει τον τρόπο που κυβερνά την χώρα. Κατάφερε να καταστήσει την Ελλάδα (και στο μείζον αυτό θέμα) περίγελο φίλων και εχθρών, αντικείμενο ωμών (γεω)πολιτικών εκβιασμών και στοχοποίησης και εν τέλει οδηγεί τη χώρα στην επιλογή πολιτικών καθ’ υπαγόρευση των ξένων.
Έχει σημαντικό μέρος της ευθύνης για την διόγκωση του αριθμού των προσφύγων και μεταναστών που εισέρχονται στην χώρα μας με προορισμό την Δυτική Ευρώπη, καθώς αντιμετώπισε τα σύνορα σαν να ήτανε διόδια, απέχοντας από μια πολιτική αποτροπής και ελέγχου της ανεξέλεγκτης εισόδου. Με τον τρόπο αυτό διευκόλυνε την πολιτική της Τουρκίας, που με όπλο τις ζωές των προσφύγων έχει εξαπολύσει έναν ασύμμετρο πόλεμο ενάντια στους Ευρωπαίους αποσπώντας χρήματα, ενταξιακά κεφάλαια και προνομιακή μεταχείριση ως περιφερειακή δύναμη. Αντί να διεκδικήσει το αυτονόητο, την πίεση στους νέο-οθωμανούς, όχι μόνο συναίνεσε αλλά συμβάλλει οικονομικά και πολιτικά στην επιβράβευση της πολιτικής αυτής, υπονομεύοντας και την εθνική κυριαρχία.

Η «πρόσκληση» στο ΝΑΤΟ για την επιτήρηση των ελληνικών συνόρων είναι μια αποδοχή της πολιτικής αδυναμίας να ασκήσει η κυβέρνηση το δικαίωμα και καθήκον της φύλαξης των συνόρων. Η ιδεοληπτική άποψη περί μη εμπλοκής των Ενόπλων Δυνάμεων στην αποτροπή των ανθρώπινων κυμάτων φαίνεται ότι τελικά αφορούσε μόνο τις ελληνικές κι όχι τις «συμμαχικές» (του εγνωσμένου ψευδοανθρωπισμού του ΝΑΤΟ). Και όπως το πλαίσιο της εμπλοκής δεν αποσαφηνίζει θέματα όπως χωρικά ύδατα, εναέριο χώρο ή αρμοδιότητα έρευνας και διάσωσης, είναι εύλογη η υποψία ότι η Νατοϊκή εμπλοκή θα γίνει με τους όρους της Τουρκίας.
Οι επιλογές για τα «hot spots» και τα κέντρα μετεγκατάστασης, επιλογές που έγιναν ερήμην των τοπικών κοινωνιών, δεν είναι παρά μια συνέχεια αυτής της «μη πολιτικής». Μήπως θα πρέπει να υποθέσουμε ότι αγνοούν ότι η δημιουργία στρατοπέδων – γκέτο είναι όχι μόνο απάνθρωπη αλλά και επικίνδυνη τόσο για όσους εγκατασταθούν εκεί όσο και για τις τοπικές κοινωνίες; Μήπως αγνοούν ότι οι άνθρωποι αυτοί όχι μόνον δεν ξεκίνησαν με στόχο να εγκλωβιστούν στην Ελλάδα, αλλά ούτε προέρχονται από τον ίδιο πολιτισμικό χώρο τόσο μεταξύ τους όσο και με τον τοπικό πληθυσμό, οπότε η συσσώρευση σε συνθήκες που κανείς δεν επέλεξε εγκυμονεί κινδύνους; Μήπως δεν γνωρίζουν ότι τα προβλήματα της επόμενης μέρας (οικονομικά, κοινωνικά, πολιτισμικά) είναι απείρως σοβαρότερα από αυτά της εγκατάστασης; Μήπως δεν τους περνάει καν από το μυαλό ότι η εγκατάσταση τέτοιων αριθμών σε εθνικά ευαίσθητες περιοχές όπως το Ανατολικό Αιγαίο ή ο Έβρος δημιουργούν συνθήκες προβοκάτσιας και εμπλοκής του επίδοξου προστάτη όλων των μουσουλμάνων, του Ερντογάν και της αυλής του;. Η κραυγαλέα πλέον κατάρρευση των φαιδρών κυβερνητικών διαπιστώσεων περί προσφύγων που απλώς «λιάζονται» και «εξαφανίζονται» συντελείται μέσα σε ένα τεράστιο κενό πολιτικής στρατηγικής για το ζήτημα από μεριάς της κυβέρνησης. Σε έναν τόπο που διέρχεται μια κρίση από τις σοβαρότερες στην ιστορική του διαδρομή, η πιθανή εγκατάσταση τεράστιων αριθμών προσφύγων και μεταναστών χωρίς ουσιαστική δυνατότητα ένταξης ή προσωπικής προοπτικής, απειλεί άμεσα την συνοχή της κοινωνίας ενώ ανοίγει διάπλατα το δρόμο στην πολιτική εκτόξευση του ακροδεξιού και ξενοφοβικού λαϊκισμού.
Η Ελληνική κυβέρνηση πολιτεύεται ως ΜΚΟ, εστιάζοντας μόνο στην «ανθρωπιστική υποδοχή» των θυμάτων της κρίσης κι όχι, ως όφειλε, και στις μακροπρόθεσμες διαστάσεις, τις πιθανές αναταράξεις και την πιθανή αντιμετώπιση τους. Αυτό έχει ανοίξει τον δρόμο στις πραγματικές ΜΚΟ να χαράζουν την ελληνική πολιτική, από τις ποικιλώνυμες οργανώσεις που δρουν ανεξέλεγκτα στα νησιά ως την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες. Η τελευταία, όχι μόνο προτείνει στους πρόσφυγες να ζητήσουν άσυλο στην Ελλάδα και όχι στην χώρα που επιλέγουν, ουσιαστικά εκβιάζοντάς τους προκειμένου να έχουν πρόσβαση στην σίτιση και στέγαση που χρηματοδοτεί, αλλά ορίζει και την κατανομή τους ανά περιοχή με κριτήρια που μόνο κακοπιστία προκαλούν.
Τα αποτελέσματα αυτού του ιδιότυπου ανθρωπισμού μόνο ανθρωπιστικά δεν μπορεί να θεωρηθούν. Τα φουσκωτά της απόγνωσης ωθούνται από την ημιεπίσημη τουρκική δουλεμπορία, ευνοούνται από το διάτρητο των ελληνικών θαλασσών, ενισχύονται από μια εικόνα ευρωπαϊκού παραδείσου, που μόνο η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται ότι αναπαράγει. Κάποτε η απώθηση από το Λιμενικό καταγγέλθηκε ως κακούργημα που εγκυμονεί κινδύνους για την ζωή των προσφύγων. Η απουσία του όμως δεν φαίνεται να βελτίωσε τους αριθμούς των πνιγμένων παιδιών, αντίθετα αυτοί αυξήθηκαν δραματικά. Ένας τέτοιος «ανθρωπισμός» καταλήγει, εκ του αποτελέσματος, στην συντήρηση της πιο απάνθρωπης κατάστασης. Η Ελλάδα κινδυνεύει να καταστεί ένα τεράστιο hot spot, ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης κρατουμένων και δεσμοφυλάκων με αντάλλαγμα κάποια κονδύλια ή την επιείκεια για το χρέος, θυσιάζοντας το μέλλον στο εφήμερο για μια ακόμη φορά.
Απαιτούμε:
Η κυβέρνηση της Ελλάδας να αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε να πιεστεί ουσιαστικά η Τουρκία να πάψει να χρησιμοποιεί τους πρόσφυγες ως μέσο άσκησης επεκτατικής πολιτικής και να δεχτεί την επαναπροώθησή τους. Η λογική του κατευνασμού της Άγκυρας έχει αποτύχει, κάθε επιπλέον παραχώρηση, οικονομική ή πολιτική, απλά ανοίγει την όρεξη για παραπάνω.
Τα ελληνικά σύνορα πρέπει να παραμείνουν ελληνικά, είναι υποχρέωση και δικαίωμα της χώρας μας να τα διαφυλάξει. Καμία «συμμαχική» βοήθεια δεν πρέπει να γκριζάρει το Αιγαίο με το πρόσχημα της αποτελεσματικής φύλαξης. Πρέπει να αποσαφηνιστούν οι λεπτομέρειες των συμφωνηθέντων.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα πρέπει να πιεστούν ώστε να αναλάβουν τις ευθύνες και τις δεσμεύσεις τους για το προσφυγικό. Αιτήσεις ασύλου θα πρέπει να γίνονται και στις πρεσβείες των ευρωπαϊκών χωρών στην Τουρκία, χωρίς να θαλασσοπνίγονται οι πρόσφυγες για να φτάσουν στα ευρωπαϊκά γκισέ.
Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να προσδιορίσει τον αριθμό προσφύγων που μπορεί να δεχτεί για διαμονή με κριτήρια συνολικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά. Η ανταπόκριση της ελληνικής κοινωνίας και πολιτείας στο αυτονόητο ανθρωπιστικό καθήκον που θέτει επί τάπητος η προσφυγική κρίση δεν μπορεί να γίνεται σε βάρος της εθνικής, πολιτιστικής και κοινωνικής συνοχής του τόπου μας, διότι αυτό είναι το θεμέλιο της ελεύθερης, δημοκρατικής μας υπόστασης ως λαού –την οποία κατακτήσαμε με δάκρυα και αίμα, μέσα από μακραίωνη αντιστασιακή πορεία.
Η εγκατάσταση θα πρέπει να αποφεύγει την δημιουργία γκέτο, αντίθετα να ευνοεί την μεγαλύτερη δυνατή διασπορά, πάντα σε συνέργεια και συμφωνία με τις τοπικές κοινωνίες κι όχι με τα ΜΑΤ. Παράλληλα, θα πρέπει να παίρνει υπ’ όψη της τις εθνικά ευαίσθητες πραγματικότητες των παραμεθόριων περιοχών.
Και βέβαια, το πιο σημαντικό, η κυβέρνηση θα πρέπει να πάρει κάθε δυνατή πρωτοβουλία για τον τερματισμό του πολέμου στην Συρία και αλλού, με την πίεση στους ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς που συντηρούν την ανθρωποσφαγή και ξεσπιτώνουν τους ανθρώπους.

Δημοτική Κίνηση Μένουμε Θεσσαλονίκη (Θεσσαλονίκη)
Δημοτική Κίνηση Κοινοτικόν (Πάτρα)
Σπάρτακος – Παράταξη Πολιτών για τον Δήμο Κομοτηνής
Ηλίας Γεωργαλής – Δημοτικός Σύμβουλος Δήμου Ξηρομεριτών (παράταξη: Συμπολιτεία Ξηρομεριτών)
Γιάννης Τσούτσιας – Δημοτικός Σύμβουλος Δήμου Βριλησσίων (παράταξη: Δράση για μια άλλη πόλη)

Αν σας άρεσε το άρθρο, γραφτείτε στην λίστα ενημέρωσης!

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.